Συγνώμη που δεν έγραψα για να σας ενημερώσω τόσο καιρό, αλλά ήμουν πολύ απασχολημένος… Ξέρετε, είμαι ακόμη ζωντανός από καθαρή τύχη…
Μπορεί να έπεσα στα χέρια των κανίβαλων, όπως θυμάστε, αλλά ως εκ θαύματος, τη γλύτωσα! Και αυτό γιατί, μόλις οι άγριοι με δέσανε και με βάλανε στο καζάνι, ο αρχηγός τους είπε: “Ουνγκουμπάνι ιγκάμα μπιλούλου ψαχνό καπούτ! Ιγκάμα παμί σκιούρ”! Πράγμα που σημαίνει (σε ελεύθερη μετάφραση): “Αφήστε ήσυχο αυτόν τον κοκαλιάρη. Δεν έχει καθόλου κρέας. Καλύτερα πάμε για σκίουρους!” Οπότε με παράτησαν, και από τότε ζω ήρεμα εδώ στο νησί. Ανακαίνισα το ωραίο δεντρόσπιτο που μέναμε και εγκαταστάθηκα μόνιμα. Θυμάστε τι ωραίο που ήταν; Ε λοιπόν το έκανα ακόμη καλύτερο!
Και τώρα στην πραγματικότητα! Αυτά με το διήγημα! Άλλωστε μου τελείωσε η έμπνευση. Δεν μπορώ να γράψω άλλο, αφού δεν είστε κοντά μου…
Αποφάσισα να σας γράψω γιατί σήμερα διάβαζα όλα αυτά που μου είχατε γράψει την τελευταία μέρα. Και συγκινήθηκα . Και κατάλαβα πόσο μου έχετε λείψει. Πόσο ωραία περάσαμε. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω στην τελευταία ώρα, στην τελευταία μέρα.
Βέβαια ήξερα ότι θα έρθει αυτή η στιγμή που θα μου λείπετε. Θυμάστε που έλεγα να χαρείτε τις στιγμές, να κρατήσετε τις αναμνήσεις, γιατί στο μέλλον θα μείνουν τα όμορφα πράγματα; Θυμάστε πόσες γελούσα κι εγώ με τ΄ αστεία σας (εντάξει εκτός από αυτές που δεν μπορούσα να κρατηθώ) και με κοιτάγατε απορημένοι;
Το ξέρω, φυσικά και το θυμάστε! Αυτά ακριβώς σκεφτόμουν τότε!
Φυσικά και σας λείπει το δημοτικό. Έτσι είναι όμως η ζωή. Προχωράει και μένουν πίσω αυτά τα ωραία πράγματα να θυμόμαστε!
Δεν χρειάζεται να γράψω κι άλλα. Μόνο να ξέρετε ότι σας σκέφτομαι και δεν θα σας ξεχάσω. Να θυμάστε ότι δεν μεγαλώσατε ξαφνικά επειδή πήγατε στο γυμνάσιο. Να έχετε αυτοπεποίθηση και να προσπαθείτε να κάνετε τα όνειρά σας πραγματικότητα.
Ο δάσκαλός σας
Κ. Γιώργος