Έπρεπε να αναλάβουμε δράση άμεσα. Σύμφωνα με τον Αστραπογέννη, η άγρια φυλή των Αχτάρ Αγκού θα έφτανε στο νησί από στιγμή σε στιγμή. Έρχονται κάθε χρόνο την ίδια εποχή με δεκάδες πιρόγες από ανατολικά, για να χορέψουν τελετουργικούς χορούς και να κάνουν θυσίες. Ο μάγος τους, που είναι και ο αρχηγός τους, κάθεται στην πρώτη πιρόγα και τους οδηγεί. Ο Αστραπογέννης μας είπε ότι δεν προλαβαίναμε να εγκαταλείψουμε τις καλύβες μας και να κρυφτούμε. Άλλωστε οι κανίβαλοι θα έβλεπαν το μικρό μας χωριό και θα μας έψαχναν. Αυτό που έπρεπε να κάνουμε είναι να ετοιμάσουμε τα όπλα μας και να αιφνιδιάσουμε τους Αχτάρ Αγκού. Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε να παρατηρούμε συνεχώς τη θάλασσα με βάρδιες. Έτσι και κάναμε…
Το πρώτο βράδυ, από ένα πανύψηλο δέντρο στην πλαγιά, φύλαγαν σκοπιά ο Ιορδάνης με τον Χρήστο. Ξενύχτησαν όλη τη νύχτα παίζοντας σκάκι. Ζήτημα να κοίταξαν κανά δυο φορές προς τη θάλασσα. Άγιο είχαμε που δεν μας έπιασαν οι ανθρωποφάγοι κανίβαλοι στον ύπνο. Την άλλη μέρα όμως σειρά είχαν η Γεωργία με την Ελπίδα. Ήρθαν τρέχοντας κατά το μεσημέρι φωνάζοντας:
-Γρήγορα! Ελάτε να δείτε! Έρχονται οι Αχτάρ Αγκού!
Πήραμε όλοι τα τόξα μας και ξεκινήσαμε προς το δέντρο, για να δούμε τους κανίβαλους να έρχονται. Είχαν φτάσει με τις πιρόγες τους ήδη στην παραλία. Μπροστά- μπροστά ξεχώριζε ο μάγος, με τα πολύχρωμα φτερά στο κεφάλι.
Τη στιγμή όμως που είχαν κατεβεί όλοι από τις πιρόγες τους και πατούσαν στην αμμουδιά, έβαλαν τις φωνές μερικοί από αυτούς και έτρεξαν γρήγορα προς τα δέντρα. Ο μάγος περίμενε ανήσυχος με σταυρωμένα τα χέρια, έτοιμος να ξαναμπεί στην πιρόγα. Η απόστασή μας ήταν μεγάλη και δε μπορούσαμε να καταλάβουμε καλά τι συμβαίνει. Γιατί αναστατώθηκαν οι κανίβαλοι;
Ξαφνικά επέστρεψαν από τα δέντρα κρατώντας από τα χέρια έναν άνθρωπο που δε μπορούσαμε να διακρίνουμε ποιος ήταν. Οι κανίβαλοι του είχαν δέσει τα χέρια και τον έσπρωχναν, ενώ εκείνος αντιστεκόταν με δύναμη. Τον έσυραν στην κυριολεξία μπροστά στον μάγο τους και τότε είδαμε το πρόσωπό του…
-Ο Ορέστης!
Με κυρίευσε ο τρόμος καθώς έβλεπα τον αδερφό μου στα χέρια αυτής της άγριας και επικίνδυνης φυλής. Η Λουντμίλα θυμήθηκε ότι ο Ορέστης είχε κατέβει προς την παραλία:
-Μου είχε πει ότι θα μου έφερνε κάτι ωραία βατόμουρα που ανακάλυψε!
Έπρεπε να σώσουμε τον Ορέστη! Ή εμείς ή αυτοί!
Το πρώτο βράδυ, από ένα πανύψηλο δέντρο στην πλαγιά, φύλαγαν σκοπιά ο Ιορδάνης με τον Χρήστο. Ξενύχτησαν όλη τη νύχτα παίζοντας σκάκι. Ζήτημα να κοίταξαν κανά δυο φορές προς τη θάλασσα. Άγιο είχαμε που δεν μας έπιασαν οι ανθρωποφάγοι κανίβαλοι στον ύπνο. Την άλλη μέρα όμως σειρά είχαν η Γεωργία με την Ελπίδα. Ήρθαν τρέχοντας κατά το μεσημέρι φωνάζοντας:
-Γρήγορα! Ελάτε να δείτε! Έρχονται οι Αχτάρ Αγκού!
Πήραμε όλοι τα τόξα μας και ξεκινήσαμε προς το δέντρο, για να δούμε τους κανίβαλους να έρχονται. Είχαν φτάσει με τις πιρόγες τους ήδη στην παραλία. Μπροστά- μπροστά ξεχώριζε ο μάγος, με τα πολύχρωμα φτερά στο κεφάλι.
Τη στιγμή όμως που είχαν κατεβεί όλοι από τις πιρόγες τους και πατούσαν στην αμμουδιά, έβαλαν τις φωνές μερικοί από αυτούς και έτρεξαν γρήγορα προς τα δέντρα. Ο μάγος περίμενε ανήσυχος με σταυρωμένα τα χέρια, έτοιμος να ξαναμπεί στην πιρόγα. Η απόστασή μας ήταν μεγάλη και δε μπορούσαμε να καταλάβουμε καλά τι συμβαίνει. Γιατί αναστατώθηκαν οι κανίβαλοι;
Ξαφνικά επέστρεψαν από τα δέντρα κρατώντας από τα χέρια έναν άνθρωπο που δε μπορούσαμε να διακρίνουμε ποιος ήταν. Οι κανίβαλοι του είχαν δέσει τα χέρια και τον έσπρωχναν, ενώ εκείνος αντιστεκόταν με δύναμη. Τον έσυραν στην κυριολεξία μπροστά στον μάγο τους και τότε είδαμε το πρόσωπό του…
-Ο Ορέστης!
Με κυρίευσε ο τρόμος καθώς έβλεπα τον αδερφό μου στα χέρια αυτής της άγριας και επικίνδυνης φυλής. Η Λουντμίλα θυμήθηκε ότι ο Ορέστης είχε κατέβει προς την παραλία:
-Μου είχε πει ότι θα μου έφερνε κάτι ωραία βατόμουρα που ανακάλυψε!
Έπρεπε να σώσουμε τον Ορέστη! Ή εμείς ή αυτοί!